(αναδημοσίευση από το Δρόμο της Αριστεράς, 6 Νοεμβρίου)
Στις βραζιλιάνικες εκλογές στις 31/10, η Ντίλμα Ρουσέφ του Εργατικού Κόμματος υπερκέρασε κατά πολύ τον δεξιό αντίπαλό της Ζοζέ Σέρα (56 έναντι 44%), όπως ήταν αναμενόμενο. Η νίκη της δεν ήταν εύκολη, γιατί είχε απέναντί της μια μερίδα εξαιρετικά εχθρικών ΜΜΕ.
Οι εκλογές στη Βραζιλία αποτελούν, σχεδόν, μια περιπτωσιολογική μελέτη για το πώς μπορούν τα ΜΜΕ, στα χέρια των ελαχίστων (στη Βραζιλία, όπως έχει δηλώσει ο πρώην πρόεδρος Λούλα, ανήκουν σε 9-10 οικογένειες), να παρεμβαίνουν στα θέματα μιας εκλογικής μάχης, να αποσιωπούν τα σημαντικά και να φέρνουν σε πρώτο πλάνο δευτερεύοντα ζητήματα.
Αποπολιτικοποίηση
Ο δεύτερος γύρος των εκλογών επικεντρώθηκε σε ζητήματα όπως η άμβλωση, η θρησκεία και τα σκάνδαλα που έθεσαν σκόπιμα τα κατεστημένα ΜΜΕ. Βεβαίως, αυτά τα θέματα κυριάρχησαν στη συζήτηση και λόγω εκλογικών σκοπιμοτήτων, αφού και οι δύο υποψήφιοι προσπάθησαν να προσελκύσουν τους ευαγγελικούς ψηφοφόρους που είχαν υποστηρίξει στον πρώτο γύρο την «πράσινη» Μαρίνα Σίλβα (20%). Πολλοί πιστεύουν πως η Ρουσέφ σύρθηκε στη συζήτηση περί αμβλώσεων, θρησκείας κ.λπ. και «έβαλε νερό στο κρασί της» λόγω της πίεσης που ασκεί η Καθολική Εκκλησία. Και τα ΜΜΕ χρησιμοποίησαν το θέμα των αμβλώσεων για να ρίξουν τα ποσοστά της Ρουσέφ στις δημοσκοπήσεις, αφού το 70% του πληθυσμού είναι κατά της άμβλωσης.
Στις 10 Οκτωβρίου, η εφημερίδα O Globo, της μεγαλύτερης αλυσίδας Μέσων στη Βραζιλία, βγήκε με πρωτοσέλιδο τίτλο: Η παράνομη άμβλωση σκοτώνει μία γυναίκα κάθε δύο ημέρες. Το άρθρο δεν έγραφε πουθενά ότι οι θάνατοι αυτοί ήταν, στην πλειονότητά τους, φτωχών γυναικών που δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να υποβάλλονται σε εκτρώσεις σε παράνομες κλινικές - κάτι που θα μπορούσε να λυθεί, αν η άμβλωση αποτελούσε θέμα δημόσιας υγείας, όπως έχει υποστηρίξει ο Λούλα, αλλά και κάποιοι λογικοί Καθολικοί. Λαϊκά περιοδικά προέβαλαν τη σύζυγο του Σέρα, κάθε εβδομάδα, να κατηγορεί τη Ρουσέφ ότι «σκοτώνει έμβρυα», για τη θέση της στο θέμα των αμβλώσεων (μέχρι να αποκαλυφθεί ότι η κυρία Σέρα είχε κάνει άμβλωση).
Στις 21/10, σε κάποια από τις περιοδείες ο Σέρα χτυπήθηκε από ένα «βλήμα». Αμέσως σταμάτησε την περιοδεία και κατηγόρησε τους «βίαιους οπαδούς» της Ρουσέφ. Το τηλεοπτικό δίκτυο Globo προέβαλε ένα βίντεο με την επίθεση. Αποδείχθηκε, όμως, από μπλόγκερς, ότι το αντικείμενο ήταν μια χάρτινη μπάλα. Σε όλη την προεκλογική περίοδο, εφημερίδες και περιοδικά βρίσκονταν σε διατεταγμένη υπηρεσία, όπως αποκάλυψαν ακτιβιστές που δραστηριοποιούνται στον τομέα εκδημοκρατισμού των ΜΜΕ, με κύριο αντικείμενο την εμπλοκή της Ρουσέφ σε σκάνδαλα, ακόμη και σε απαγωγές. Η μέθοδος ήταν παρόμοια μ’ αυτή που χρησιμοποίησαν στη Βενεζουέλα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου κατά του Τσάβες, γύρω από το ζήτημα της εγκληματικότητας.
Σε μια εξαιρετική ανάλυση της στάσης των ΜΜΕ, ο Αλεξάντρε Χάουμπριτς έγραψε στο μπλογκ του, JornalismoB, στις 20/10:
«Σ’ αυτή την εκλογική καμπάνια, βλέπουμε τον κυρίαρχο Τύπο να οργανώνεται κατά της κυβέρνησης του Λούλα και της υποψηφιότητας της Ρουσέφ, κυρίως μέσω των τριών εφημερίδων του (Folha de São Paulo, Estadão και O Globo), δύο περιοδικών (Veja και Época) και ενός τηλεοπτικού σταθμού (TV Globo). Με αλλεπάλληλες κατηγορίες, οι εφημερίδες παίζουν ισχυρό ρόλο στην αποπολιτικοποίηση της καμπάνιας και προβάλλουν θέματα που έχουν μικρή ή καμία σχέση με τα μεγάλα προβλήματα της χώρας».
«Διαρκές πραξικόπημα των ΜΜΕ»
Λίγο πριν από τον πρώτο γύρο των εκλογών, μέλη των κοινωνικών κινημάτων, συνδικάτων και ανεξάρτητων Μέσων διαδήλωσαν στο Σάο Πάουλο εναντίον αυτού που ονόμασαν «διαρκές πραξικόπημα των ΜΜΕ». Εκτός από τους πασίγνωστους δεσμούς των ΜΜΕ με το δικτατορικό καθεστώς του 1964-1984, το 90% της πληροφόρησης, των ειδήσεων και της δημοσιογραφίας που παράγεται στη Βραζιλία βρίσκεται στα χέρια έξι μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Τα τρία μεγαλύτερα κογκλομεράτ είναι τα Abril, Globo και Band. Το Abril ελέγχει τη βραζιλιάνικη αγορά αρθρογραφίας και έχει το κανάλι MTV Brasil. Εφτά από τα περιοδικά με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία είναι ιδιοκτησίας του ομίλου Abril, συμπεριλαμβανομένου του Veja, ναυαρχίδας στην επίθεση κατά της Ρουσέφ, που είναι το μεγαλύτερο σε κυκλοφορία στον κόσμο εκτός των ΗΠΑ.
Ο όμιλος Globo κατέχει το μεγαλύτερο δίκτυο τηλεοπτικών σταθμών στη χώρα , ελέγχει 340 τοπικούς σταθμούς και έχει θυγατρικές εκτός Βραζιλίας. Ο όμιλος Band ηγείται των αθλητικών εκδόσεων και έχει 144 τοπικά Μέσα και 22 θυγατρικά.
Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι στις εκλογές η κάλυψη των ΜΜΕ ήταν πολύ χειρότερη από το σύνηθες. «Ήταν η πιο συντονισμένη καμπάνια ανάμεσα στο κόμμα του Σέρα και στα εταιρικά Μέσα. Χρησιμοποιήθηκαν εκλογικές τεχνικές από τις ΗΠΑ, όπως αυτές με τη Σάρα Πέιλιν», αναφέρει η Κλαούντια Καρντόσο περιφερειακή συντονίστρια του Εθνικού Συνεδρίου Επικοινωνιών.
Ο εκδημοκρατισμός των ΜΜΕ
Σύμφωνα με την Καρντόσο, αυτό οφείλεται στην πλήρη απορρύθμιση των ΜΜΕ. Στη Βραζιλία απουσιάζουν πλήρως οι ρυθμίσεις για τα ΜΜΕ.
Ένα από τα θέματα που οφείλει να αντιμετωπίσει η νέα πρόεδρος είναι και αυτό. Αλλά πώς θα παρέμβει, όταν εκατοντάδες Βραζιλιάνοι πολιτικοί σε όλη τη χώρα είναι είτε συνεταίροι είτε διευθυντές κυρίαρχων ΜΜΕ; Δεκάδες γερουσιαστές και βουλευτές έχουν πολύ στενούς δεσμούς με τα εταιρικά ΜΜΕ. Είναι μια ισχυρή ομάδα με πολύ δυνατή φωνή. Τον Σεπτέμβριο ο πρόεδρος Λούλα είπε, επικριτικά, ότι τα ΜΜΕ φέρονται «σαν πολιτικά κόμματα» και αμέσως δέχτηκε ενορχηστρωμένη επίθεση ότι θέλει να τους στερήσει την ελευθερία του λόγου. Ο πρόεδρος του Διαμερικανικού Πρακτορείου Τύπου, Α. Αγκουίρε, χαρακτήρισε τις δηλώσεις του Λούλα «επικίνδυνες» και δήλωσε πως ελπίζει ότι η διάδοχός του θα σεβαστεί «τα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του λόγου, ως ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας». Οι αμαρτωλές σχέσεις του Πρακτορείου με τα δικτατορικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική και η στενή συνεργασία με τους επιχειρηματικούς ομίλους των ΜΜΕ δεν θεωρούνται, βεβαίως, περιορισμοί στην ελευθερία του λόγου.
Το ερώτημα είναι αν η Ρουσέφ έχει την πολιτική βούληση να τα βάλει με τα κατεστημένα ΜΜΕ και να στηριχθεί στα κοινωνικά κινήματα εκδημοκρατισμού της πληροφόρησης. Τον Δεκέμβριο του 2009, έγινε το πρώτο Εθνικό Συνέδριο Επικοινωνιών με 1.500 αντιπροσώπους. Ο στόχος του ήταν να προχωρήσουν οι πρώτες ενέργειες για ένα νόμο παρόμοιο μ’ αυτόν για τα ΜΜΕ που ψήφισε η Αργεντινή το περασμένο έτος. Ο αργεντίνικος νόμος παραχωρεί τα 2/3 του ραδιοτηλεοπτικού φάσματος σε μη εμπορικούς σταθμούς και απαιτεί από τα τηλεοπτικά κανάλια να χρησιμοποιούν περισσότερο εγχώριο περιεχόμενο. Επίσης, υποχρέωσε τον μεγαλύτερο όμιλο ΜΜΕ στη χώρα, Grupo Clarin, να πουλήσει πολλές από τις μετοχές του.
Όμως ο Λούλα δεν έφερε καμιά από τις προτάσεις του Συνεδρίου στο νομοθετικό σώμα για έγκριση. Όποιος πρόεδρος το κάνει θα βρεθεί αντιμέτωπος με έναν Τύπο που θα τον ελέγχει. Γι’ αυτό και όσοι δραστηριοποιούνται στον τομέα εκδημοκρατισμού των ΜΜΕ αμφιβάλλουν ότι η Ρουσέφ θα αλλάξει το μοντέλο των κυρίαρχων Μέσων και στηρίζουν τις προσπάθειές τους στο Ίντερνετ. Στη διάρκεια της εκλογικής καμπάνιας. Τα μπλογκς, τα σάιτ και το Τουίτερ βοήθησαν να οργανωθεί η αντίδραση του κόσμου στους δρόμους.
Ο συνασπισμός της Ρουσέφ διαθέτει, σήμερα, μια μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και μπορεί να παρέμβει θετικά στον εκδημοκρατισμό της πληροφόρησης και στην αύξηση της επιρροής της εργαζόμενης κοινωνίας. Αυτό θα εξαρτηθεί από τη γενικότερη πολιτική της. Στο βαθμό που θα ρέπει προς τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, θα χρειάζεται έναν Τύπο ελεγχόμενο απ’ αυτά.
Αρ.Α.
(Πηγή: Μάικλ Φοξ, «Brazil’s First Woman President Overcomes Opposition, Hostile Media», Americas Program)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου