Αυτή τη ώρα πραγματοποιείται η κρίσιμη συνέλευση συντακτών της "Ελευθεροτυπίας". Στο επίκεντρο την τελευταία πρόταση της Μάνιας Τεγοπούλου, προκειμένου οι εργαζόμενοι να επι(σ)τρέψουν στην εφημερίδα και αυτή να εκδοθεί. Στις 7 Μαρτίου η συνέχεια της υπόθεσης στο Πρωτοδικείο κατά την εκδίκαση της ένταξης της Χ.Κ.Τεγόπουλος στο άρθρο 99.
Για την «τελευταία πρόταση» της εργοδοσίας
Του Τάσου Κωστόπουλου(αναδημοσίευση από anasigrotisi)
Δυστυχώς, παρά τις προτροπές του Πάνου, τα περισσότερα σχόλια για την τελευταία «πρόταση» της εργοδοσίας είναι ανώνυμα.
Παραμένει έτσι ασαφές αν ο καταιγισμός των αναρτήσεων στο μπλογκ του εκπροσώπου που μας καλούν να επιστρέψουμε στη δουλειά με τους όρους της «Χ.Κ. Τεγόπουλος ΑΕ» και των τραπεζών προέρχονται από το ίδιο άτομο (ή και την ίδια την εργοδοσία) ή από συναδέλφους που απλά ντρέπονται γι’ αυτό που γράφουν. Είναι άλλωστε προφανές πως ο τρίτος ενδεχόμενος λόγος ανωνυμίας, ο φόβος του επιστολογράφου για το εργασιακό του μέλλον αν ενοχλήσουν τα αφεντικά, στην περίπτωσή τους δε μπορεί να ισχύει.
Να γυρίσουμε, λοιπόν, στη δουλειά με κατεβασμένα τα σώβρακα, «εκμεταλλευόμενοι»
την «τελευταία ευκαιρία» που μας δίνουν η Μάνια, η «Χ.Κ. Τεγόπουλος» και οι (κακές
κατά τα άλλα) τράπεζες; Προσωπικά, δε γοητεύομαι καθόλου από την προοπτική άλλων
10 μηνών απεργίας, ούτε ζηλεύω την τύχη των συναδέλφων του Alter –οι οποίοι, ας μην
το ξεχνάμε, την κρίσιμη στιγμή της υπαγωγής τους στο άρθρο 99 είχαν δείξει κι αυτοί έναν
ανάλογο «ρεαλισμό» (καταταστροφικό γι’ αυτούς, όπως αποδείχθηκε). Τι μας «δίνει» όμως
ακριβώς η εργοδοσία σαν δήθεν «τελευταία ευκαιρία»; Η πρότασή της, όπως προκύπτει
από την ανάρτηση του Πάνου, περιλαμβάνει 4 πράγματα: μια απαίτηση, μια δέσμευση, μια
υπόσχεση και (αν και δε λέγεται ρητά, αλλά υπονοείται σαφώς ) μιαν απειλή.
Η απαίτηση: να γυρίσουμε στη δουλειά αποδεχόμενοι προκαταβολικά τη μείωση των
μισθών μας κατά 50%, την «εκ περιτροπής εργασία» και το συνακόλουθο κούρεμα όλων
των νόμιμων απαιτήσεών μας που προκύπτουν από την τωρινή εργασιακή μας σχέση. Να
δεχτούμε, με άλλα λόγια, προκαταβολικά, ό,τι η ίδια η κ. Τεγοπούλου «δεσμεύεται» («εν
ανάγκη και γραπτώς») ότι …δεν θα κάνει. Δε χρειάζεται και πολύ μυαλό για να καταλάβει
κανείς ότι, από τη στιγμή που θα δεχτούμε αυτή την «πρόταση», αυτόματα μειώνονται στο
50% και τα (μελλοντικά) απλήρωτα δεδουλευμένα, και οι αποζημιώσεις απόλυσης και ό,τι
άλλο συνδέεται με το ύψος των αμοιβών μας.
Η δέσμευση: μόλις γυρίσουμε στη δουλειά θα μας δώσει -μια και μοναδική φορά- 500.000
ευρώ, δηλαδή περίπου 600 ευρώ στον καθένα (αν μοιραστούν στα ίσα) ή το 40% ενός
μισθού (αν μοιραστούν αναλογικά). Λίγο πάνω από ένα μηνιάτικο επίδομα ανεργίας,
με δυο λόγια. Υπενθυμίζω ότι, ακόμη και στην επάρατη περίπτωση χρεωκοπίας της
επιχείρησης, δικαιούμαστε -με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία- ένα τέτοιο επίδομα κάθε
μήνα κι όχι όποτε δεήσουν να μας «ελεήσουν» εκβιαστικά το αφεντικό και η Πειραιώς (η
τράπεζα δηλαδή που , σύμφωνα με την εργοδοσία και τα παπαγαλάκια της, αποτελεί το
μοναδικό «κακό» του όλου παραμυθιού).
Η υπόσχεση: αν η εταιρεία εισπράξει 1.700.000 από διάφορους οφειλέτες, θα μας μοιράσει
το 70% (η ίδια το «υπολογίζει» σε 1.100.000-1.200.000, δηλαδή έναν περίπου μισθό)
τους επόμενους 2-3 μήνες. Τα υπόλοιπα 500-600.000 θα τα βάλει στην τσέπη. Πρόκειται,
θυμίζω, για εκείνα ακριβώς τα χρήματα που μας έχουν αναγνωριστεί δικαστικά κι έχουμε
κινηθεί για να εισπράξουμε με τις κατασχέσεις. Το αφεντικό μας κάνει δηλαδή τη χάρη
να μας «υποσχεθεί» το 70% από αυτά τα δικά μας λεφτά, αν και όταν κατορθώσει να τα εισπράξει. Όσο για μισθοδοσία, θα εξαρτηθεί -μας λέει- από τα έσοδα της εφημερίδας. Ποιος όμως θα αγοράσει μια «αντιμνημονιακή» εφημερίδα που (όπως ξέρουν πια ακόμη και
η πέτρες) εφαρμόζει το πιο άγριο μνημόνιο σε βάρος των εργαζομένων της, σε πλήρη
συνεργασία με τις «κακές» τράπεζες; Τα παραμύθια του περασμένου φθινοπώρου έχουν
ξεφουσκώσει πλέον εντελώς. Εκτός κι αν νομίζουμε πως ο κόσμος έχει λεφτά για πέταμα.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, αγαπητοί συνάδελφοι, δεν πουλάμε φράουλες Μανωλάδας –οι
οποίες παραμένουν γευστικές, ακόμη κι όταν ξέρεις ότι τις έχουν μαζέψει υποσιτιζόμενοι
αγρεργάτες από το Μπαγκλαντές. Η αξιοπιστία του προϊόντος μας εξαρτάται απόλυτα
από την ύπαρξη μιας στοιχειώδους συνέπειας ανάμεσα στα λόγια και τα έργα του. Το πιο
πιθανό, κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, είναι πως η εφημερίδα (αν, όπως και με όποιους
ξαναλειτουργήσει) θα βυθιστεί άπατη –κι ότι τα αφεντικά που την απαξίωσαν εντελώς στα
μάτια του αναγνωστικού της κοινού, θα καταγγείλουν στο τέλος κι από πάνω το προσωπικό
της σαν «ανίκανους» και «άξιους της (απλήρωτης) τύχης μας». Με τη χρεωκοπία να
παραμονεύει στο (κοντινό) βάθος του τούνελ, κάτω από όρους απείρως χειρότερους από
τους σημερινούς.
Η απειλή: μόνη εναλλακτική λύση, μας λένε οι υπέρμαχοι της άνευ όρων συνθηκολόγησης,
είναι η χρεωκοπία της επιχείρησης και η ανεργία, σ’ ένα κοινωνικό τοπίο που δεν εγγυάται
το παραμικρό μέλλον για όσους αναζητούνδουλειά. Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που
θα ήθελε να δει την «Ε» να κλείνει: εργάστηκα σε αυτή σχεδόν 22 χρόνια, τα 21 απ’ αυτά
μ’ έναν αξιοπρεπή μισθό και, μέχρι τέλους, την ελευθερία να γράφω σχεδόν ό,τι θέλω
(ιδίως, να μη γράψω ποτέ κάτι που δεν θέλω). Δεν έχω δεύτερη δουλειά ή άλλους πόρους
και από το μισθό που παίρνω (ή -ακριβέστερα- έπαιρνα) από την «Ε» ζω την οικογένειά
μου. Εφτά μήνες μετά τη μονομερή στάση πληρωμών της «Χ.Κ. Τεγόπουλος», διαπιστώνω
ωστόσο πως όλοι μας είμαστε επί της ουσίας άνεργοι (και μάλιστα χωρίς τις στοιχειώδεις
προνοιακές απολαβές των «κανονικών» ανέργων: επίδομα, φορολογικές απαλλαγές κλπ),
μόνο που δε θέλουμε να το παραδεχτούμε.
Επισείοντας το φόβητρο της χρεωκοπίας, τα αφεντικά μας ζητούν απλώς να παραμείνουμε
έτσι (ή και να γίνουμε επίσημα) άνεργοι, κάτω από πολύ χειρότερους όμως όρους απ’ ό,τι
μέχρι τώρα: με «κουρεμένα» τα όποια δικαιώματά μας από τη (μελλοντική) χρεωκοπία
της εταιρείας, με πολύ μικρότερα επιδόματα ανεργίας (τα οποία υπολογίζονται βάσει
του τελευταίου μισθού, αν δεν απατώμαι), ακόμη περισσότερο εξαθλιωμένοι από τις
προσεχείς στάσεις πληρωμών που ουσιαστικά μας υπόσχονται . Δεν το κάνουν από
σκέτη κακία: ό,τι εμείς αποποιηθούμε, αυτόματα το κερδίζουν αυτοί (και κυρίως οι
τράπεζες, καθώς έτσι θ’ αυξηθεί αυτόματα το δικό τους μερίδιο από την περιουσία της
μακαρίτισσας «Χ.Κ.Τεγόπουλος»). Η ιδιοτελής αυτής κατατρομοκράτηση των εργαζόμενων
εκ μέρους της εργοδοσίας αποτελεί με άλλα λόγια πιστό αντίγραφο όσων οι κυβερνήσεις
της τελευταίας διετίας κάνουν σε βάρος των μισθωτών και των υπόλοιπων λαϊκών
στρωμάτων τούτης της χώρας. Όσοι τουλάχιστον θεωρούμε αυτοκαταστροφική την
υποταγή του ελληνικού λαού στα τελεσίγραφα του κάθε Παπανδρέου και Παπαδήμου,
είναι μάλλον αδιανόητο να προσφέρουμε οικειοθελώς τα λαρύγγια μας στο λεπίδι της
εργοδοσίας και των τραπεζιτών συνεταίρων της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου