Η εισήγηση του προέδρου της ΕΣΗΕΑ Δημήτρη Τρίμη στο Μεικτό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ σήμερα το μεσημέρι. Λίγες ώρες αργότερα, απεργοί δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα ΜΜΕ δέχονταν επίθεση των ΜΑΤ στο Σύνταγμα.
- Είμαστε όχι στο σημείο μηδέν, αλλά υπό το μηδέν. Συμπληρώνουμε δύο χρόνια χωρίς συμβάσεις -στην ΕΡΤ τρία χρόνια -με την εργοδοσία να εφαρμόζει με μεθοδικότητα το δόγμα του σοκ και να αξιοποιεί στο έπακρο τα τετελεσμένα που δημιουργούν αφενός η τρόικα με την κυβέρνηση και αφετέρου η ίδια η οικονομική ύφεση. Τα σημάδια κατάρρευσης του κλάδου μας που αναπτύχθηκε με όλα τα χαρακτηριστικά μιας φούσκας είναι περισσότερο από φανερά. Τα πρώτα μικρά «κανόνια» έχουν σκάσει και τα μεγάλα κανόνια που όλοι γνωρίζουμε μπορεί να σκάσουν ανά πάσα στιγμή, δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας, με νέες εκατοντάδες ανέργους.
- Τα μνημόνια και η ύφεση, που η εφαρμογή τους προκαλεί, κάνουν τη δουλειά τους κι έχουν ήδη καταστροφικά για τον κλάδο και για όλο τον κόσμο της εργασίας αποτελέσματα, ανεξάρτητα από τις δανειακές δόσεις για τις οποίες η κυβέρνηση δίνει κάθε φορά όλο και περισσότερο γη και ύδωρ και ανεξάρτητα επίσης από τη αδυναμία να επιτευχθούν οι υποτιθέμενοι δημοσιονομικοί στόχοι για το έλλειμμα και το χρέος. Στο δικό μας επαγγελματικό μικρόκοσμο, που έχει και ένα κομβικό ρόλο στην εφαρμογή του δόγματος του σοκ, στην αναπαραγωγή της μνημονιακής προπαγάνδας και στην τρομοκρατία της χρεοκοπίας, το μνημόνιο έχει επιτύχει σε μεγάλο βαθμό τον πραγματικό του στόχο: η εργοδοσία, αξιοποιώντας το νέο νομικό οπλοστάσιο που της έχει προσφέρει η τρόικα, εφαρμόζει στρατηγική πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων: μαζικές απολύσεις χαμηλού κόστους, μειώσεις μισθών μέσω ατομικών συμβάσεων στις οποίες εκβιάζεται η συναίνεση των εργαζομένων, φλερτ με τις επιχειρησιακές συμβάσεις που προβλέπουν οριζόντιες περικοπές ακόμη και κάτω της σύμβασης. Τα πράγματα μπορεί να γίνουν πολύ χειρότερα, αν δρομολογηθεί η απαίτηση της τρόικας για πλήρη κατάργηση και της εθνικής συλλλογικής σύμβασης και του κατώτατου μισθού, για τα οποία προς το παρόν η κυβέρνηση υποτίθεται ότι ανθίσταται.
- Ωστόσο, ακόμη κι αν δεν πέσει τυπικά το «κάστρο» της εθνικής συλλογικής σύμβασης, η ουσιαστική διάλυση των ελεγκτικών μηχανισμών μαζί με την πίεση της μαζικής ανεργίας επιτρέπει στους εργοδότες να την καταλύσουν με την τρομοκρατία και την επέκταση της επισφαλούς εργασίας, τα μπλοκάκια. Στους χώρους δουλειάς καταγράφεται ήδη στα μπλοκάκια μείωση μισθών πολύ κάτω της σύμβασης. Το πρόβλημα επιτείνεται από τη διευρυνόμενη μερική στάση πληρωμών στην οποία προσφεύγουν οι εργοδότες, επικαλούμενοι προβλήματα ρευστότητας, με πολυήμερες ή και πολύμηνες καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών: ΑΛΤΕΡ, ΕΞΠΡΕΣ, Αυριανή, Φίλαθλος, Ελευθεροτυπία, Ξένιος κ.ο.κ. Εν ολίγοις, η εργοδοσία του κλάδου, μ’ ένα μίγμα πανικού και θρασύτητας, υπερακοντίζει κι αυτό το αντεργατικό πλαίσιο που επιβάλλει η τρόικα.
- Ιδιαίτερης, ηθικής και πολιτικής σημασίας είναι οι εκδικητικές απολύσεις, θύματα των οποίων πέφτουν όσοι – στ’ αλήθεια λίγοι- εργαζόμενοι αρνούνται να συνυπογράψουν τον ακρωτηριασμό του μισθού τους. Κι ακόμη οι απολύσεις συνδικαλιστών ή πρώην συνδικαλιστών, ακόμη και μητέρων την επόμενη κι όλας μέρα που λήγει η περίοδος της κατά τον νόμο προστασίας. Είναι γνωστά στα κρούσματα σε ΣΚΑΙ, Μέγκα, Συγκρότημα Πηγασου, ΔΟΛ, SportDay, Ελευθεροτυπία και αλλού. Κι είναι προφανής η προσπάθεια να μεταδοθεί το μήνυμα ότι κάθε αντίσταση είναι μάταιη. Εδώ ζητείται μνημόνιο εθελοδουλείας από κάθε εργαζόμενο.
- Έχει τη σημασία του το γεγονός ότι στις μεθοδεύσεις αυτές πρωτοστατούν όχι τόσο τα μικρότερα «μαγαζιά» που υποτίθεται ότι υφίστανται και τη μεγαλύτερη πίεση λόγω ύφεσης, αλλά οι leaders του χώρου. Τους οποίους άλλωστε βλέπουμε και να πρωτοστατούν, μέσω των ενώσεων ιδιοκτητών, σε εξτρεμιστικές προτάσεις για μειώσεις μισθών 25% ή να επιδιώκουν ουσιαστικά να μην υπογραφεί καθόλου συλλογική σύμβαση. Οι λόγοι αυτής της «πρωτοπορίας» είναι ήδη ορατοί: ενόψει του «Αρμαγεδδώνα» που αναμένεται στον κλάδο, με δεδομένες την κατάρρευση της διαφημιστικής αγοράς, τη συρρίκνωση της πίτας της κρατικής διαφήμισης και της κυκλοφοριακής καθίζησης, γίνεται αντιληπτό ότι ο χώρος που μένει είναι για λίγους, ισχυρούς κι εκλεκτούς. Άλλωστε, την ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση ΜΜΕ σε χέρια λίγων, ουσιαστικά τη μονοπώληση της ενημέρωσης, ενδεχομένως την ευνοεί και η κυβέρνηση. Πίσω, λοιπόν, από τις σπασμωδικές κινήσεις, όπου το μόνο διαφαινόμενο σχέδιο είναι το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», υπάρχει το υπόρητο σχέδιο για θεαματική αναδιάρθρωση του κλάδου, μέσα από καταρρεύσεις, λουκέτα, συγχωνεύσεις. Ήδη η κυβέρνηση προσφέρει ένα πρώτο θεσμικό πλαίσιο, ενώ σ’ αυτό πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη δρομολογούμενη συρρίκνωση της δημόσιας τηλεόρασης, που δεν αποκλείεται να συνεχιστεί και με μιας μορφής ιδιωτικοποίηση. Στην αναδιάρθρωση αυτή κομβικό ρόλο παίζουν οι τράπεζες, ιδιαίτερα στον Τύπο, στις οποίες ανήκουν ουσιαστικά όλο και περισσότερα περιουσιακά στοιχεία των ΜΜΕ. Από την άποψη αυτή απειλές του τύπου «το κλείνω» που εκτοξεύονται από τους μεγαλύτερους του χώρου (Μπόμπολας, ΔΟΛ, Ελευθεροτυπία, ΑΛΤΕΡ) ίσως και να εννοούνται, στο πλαίσιο μιας αναδιάρθρωσης που θα περιέχει κι έναν διαφορετικό «καταμερισμό εργασίας» ανάμεσα στους παραδοσιακούς πόλους της μιντιακής εμπλοκής – τράπεζες, ΜΜΕ, εργολάβοι.
- Ποιος πληρώνει την αναδιάρθρωση αυτή; Προφανώς οι εργαζόμενοι. Οι οποίοι καλούνται να σηκώσουν μόνοι το βάρος της μείωσης του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων με τις μειώσεις μισθών, τις απολύσεις, την εντατικοποίηση, την απορρύθμιση του περιβάλλοντος εργασίας, αλλά και τον καθημερινό αυταρχισμό και τον περιορισμό της δημοσιογραφικής τους έκφρασης (τη λογοκρισία). Το επιχείρημα των εργοδοτών είναι οι ζημιές. Το ερώτημα τι έγινε με τα κέρδη. Δηλαδή, αν σήμερα ζητούν να σηκώσουν οι εργαζόμενοι το βάρος των ζημιών της τελευταίας διετίας, τι είδους απολογισμό έχουν να δώσουν για την κερδοφορία και την οικονομική διαχείριση της δεκαετίας της «ευημερίας» που προηγήθηκε; Πώς διαχειρίστηκαν τους τζίρους και τα κέρδη, πώς και πού τα επένδυσαν, τι έκαναν με τα δάνεια που πήραν; Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι ρητορικά, ιδιαίτερα μιλώντας για επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες, οφείλουν να λογοδοτούν σε εποπτικές αρχές και επενδυτές και, πολύ περισσότερο, όταν εισπράττουν κρατικό χρήμα (από διαφήμιση) αλλά και ασφαλιστικό πόρο, το αγγελιόσημο, τον οποίο καταβάλλουν σε τελευταία ανάλυση οι αναγνώστες, τηλεθεατές και ακροατές. Υπάρχει, λοιπόν, μείζον θέμα δημόσιας λογοδοσίας για τη διαχείριση των χρημάτων αυτών από επιχειρήσεις που παρέχουν υποτίθεται το δημόσιο αγαθό της ενημέρωσης. Μαζί δεν τα φάγαμε. Τουλάχιστον ΟΧΙ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, διότι υπάρχει και μια κατηγορία συναδέλφων, εντός ή εκτός εισαγωγικών, που συμμετείχαν στο «πάρτι» με παχυλούς μισθούς, πολυθεσίες κλπ. Αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης. Απ’ αυτά τα δεδομένα προκύπτει ένα αίτημα διαφάνειας στα λογιστήρια, ιδιαίτερα τώρα, που σε πολλά μαγαζιά γίνονται ή αποκαλύπτονται περίεργες κινήσεις, άλλοτε για να μεγιστοποιήσουν τις ζημιές (βλέπε Αλαφούζος, πώληση πλοίου με το οποίο η Καθημερινή είχε μπει στο ΧΑ κι είχε αντλήσει υπεραξίες), άλλοτε για να δικαιολογήσουν προσφυγές στο άρθρο 99 (βλέπε περίπτωση Απογευματινής, που ωστόσο το δικαστήριο αναγνώρισε δολία πτώχευση), άλλοτε για να διευκολύνουν τον ρυθμιστικό ρόλο των τραπεζών σε αιματηρές «αναδιαρθρώσεις» (η Ελευθεροτυπία) και άλλοτε απλώς για να ενθυλακώνουν χρήματα από τις μόνες πηγές ρευστότητας που διαθέτουν, τα έσοδα στα πρακτορεία. Άλλωστε, η περίπτωση Alter έχει προσφέρει πλούσια παραδείγματα και επιχειρήματα για τις τριγωνικές σχέσεις μεταξύ διαφημιστικών- Μέσων- και προσωπικών επιχειρήσεων των εργοδοτών και για μηχανισμούς «ξεπλύματος», υπερτιμολογήσεων και τελικά επιχειρηματικής απάτης με σαφές ποινικό ενδιαφέρον.
- Αν υποθέσουμε ότι αυτά αποτελούν μιαν αδρή περιγραφή της ζοφερής κατάστασης, το ερώτημα είναι τι κάνουμε.
- Έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος. Συνέβαλε σ’ αυτό κι θλιβερή εικόνα της καθυστέρησης στη συγκρότηση του προεδρείου για την οποία οφείλουμε συγνώμη στα μέλη της Ένωσης- δεν είναι της ώρας ποιος έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη σ’ αυτό-, όταν έχουμε τα οδυνηρά τετελεσμένα στους χώρους εργασίας. Με δεδομένα αυτά, αλλά και το γενικότερο πλαίσιο αντίδρασης σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μ’ αφορμή τα χαράτσια, την εφεδρεία, την επιχείρηση εξόντωσης της συλλογικής σύμβασης, διαμορφώνεται η επείγουσα ανάγκη μιας γενικής αντεπίθεσης. Πρέπει να χαραχθεί μια έσχατη γραμμή άμυνας και αντεπίθεσης για να υπερασπιστούμε τα στοιχειώδη που είναι: να υπογραφεί συλλογική σύμβαση, να παγώσουν οι απολύσεις, να ελεγχθεί – με βάση το συμφέρον των εργαζόμενων του κλάδου και της κοινωνίας- η διαδικασία βίαιης αναδιάρθρωσης των ΜΜΕ, να επιβληθούν στοιχειώδεις όροι διαφάνειας στον τρόπο που η εργοδοσία επιχειρεί να διαχειριστεί την κρίση.
- Η γενική αντεπίθεση ίσως ακούγεται σαν βερμπαλισμός, ανέξοδος μαξιμαλισμός αν λάβουμε υπόψη το γενικό κλίμα ανασφάλειας στους χώρους δουλειάς. Ο φόβος των εργαζομένων όταν μπαίνουν τα εκβιαστικά διλήμματα είναι κατανοητός. Ωστόσο, έχουμε ήδη μια πικρή εμπειρία για το τι σημαίνει η υποχώρηση στους εκβιασμούς. Όπου οι εργαζόμενοι στην πλειοψηφία τους αποδέχθηκαν τις «εθελοντικές» μειώσεις αποδοχών, οι εργοδότες επανέρχονται για δεύτερο και αργότερα ίσως και για τρίτο γύρο. Η «εσωτερική υποτίμηση» δεν έχει πάτο. Όπως ακριβώς συμβαίνει μεταξύ τρόικας και κυβέρνησης σε κάθε νέα δόση. Επομένως, ο συμβιβασμός δεν έχει καμιά αποτρεπτική δύναμη, το αντίθετο μάλιστα. Πρέπει να βγούμε απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο, επικαιροποιώντας τη διεκδίκηση υπογραφής συλλογικής σύμβασης εδώ και τώρα με συλλογικό αγώνα.
- Για τις μορφές αγώνα οφείλουμε να κάνουμε μια πλατιά συζήτηση που να παίρνει υπόψη τις αντοχές και τις διαθέσεις όλων των συναδέλφων, αλλά και την ανάγκη συντονισμού με όλους τους συναδέλφους του κλάδου, τα άλλα σωματεία. Δεν έχουμε καμιά πολυτέλεια αποσπασματικών κινήσεων. Ίσως μάλιστα πρέπει να σκεφτούμε ότι συντονισμένη πρέπει να είναι η αντίδραση σε κάθε κρούσμα εργοδοτικής αυθαιρεσίας που αφορά απολύσεις, στάση πληρωμών στους μισθούς, εκβιασμούς για μειώσεις αποδοχών. Στην επιχείρηση διασποράς και διάσπασης της προσοχής μας, των δυνάμεών μας με τα πολλά μικρά μέτωπα που ανοίγει καθημερινά η εργοδοσία, πρέπει να αντιτάξουμε συγκέντρωση δυνάμεων.
- Τι μορφή αγώνα, λοιπόν, μπορεί να σηκώσει ο κλάδος; Θα είναι επαναλαμβανόμενες απεργίες; Θα είναι κυλιόμενες από μέσο σε μέσο απεργίες; Θα είναι απεργίες ή στάσεις εργασίας που θα αγγίζουν την «ιερή περιοχή» των κυριακάτικων εφημερίδων, των δελτίων των 8 κλπ; Και πώς θα απαντήσουμε στο αενάως επαναλαμβανόμενο επιχείρημα του κενού ενημέρωσης στη διάρκεια μιας απεργίας; Μπορούμε να δούμε τη δυνατότητα μιας απεργιακής, εναλλακτικής εφημερίδας ή ραδιοτηλεπτικής web εκπομπής που θα δίνει στον κόσμο και ένα άλλο μοντέλο ενημέρωσης, θα σπάει το ενημερωτικό μονοπώλιο; Λεφτά υπάρχουν, που θα ‘λεγε κι ο Πρωθυπουργός για να καλύψουν και τέτοιες δυνατότητες, μαζί φυσικά με την αλληλεγγύη μας στους ανέργους συναδέλφους μας. Και δίπλα σ’ αυτά πρέπει να προσθέσουμε και μορφές νομικού ακτιβισμού για το μείζον θέμα που προανέφερα, της διαφάνειας στον τρόπο διαχείρισης των πόρων στις επιχειρήσεις –για το που πήγαν τα λεφτά που σήμερα φαίνεται να λείπουν από τα ΜΜΕ
- Αυτά πρέπει να τα συζητήσουμε αρχίζοντας από εδώ, το μικτό συμβούλιο, συνεχίζοντας στα μαγαζιά, για να καταγραφούν οι πραγματικές διαθέσεις αλλά και οι φόβοι των συναδέλφων, εν ανάγκη να δούμε και μορφές δημοκρατικής αλλά «περιφρουρημένης» έκφρασης των συναδέλφων (πχ μια μορφή δημοψηφίσματος, αλλά όχι ελεγχόμενου από εργοδοτικούς κι εργοδότες, όπως έχει συμβεί σε πολλά μαγαζιά) ώστε να παρακάμψουμε φόβους κι αναστολές. Και σ’ ότι αποφασίζουμε να είμαστε μπετόν. Προσωπικά δεν βλέπω άλλο δρόμο. Δεν υπάρχει, Τρίτη, εναλλακτική διέξοδος. Αλλιώς δεν έχει νόημα ύπαρξης και η ένωσή μας. Η εναλλακτική λύση θα είναι να παραδώσουμε τα κλειδιά στις εργοδοτικές ενώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου