* Μια ενδιαφέρουσα παρέμβαση για την τηλεόραση συνολικά κάνει ο Δ. Γιαννακόπουλος, παίρνοντας αφορμή από τα όσα δήλωσε ο Διονύσης Χαριτόπουλος στην "Εληνοφρένεια"
Αναδημοσιεύουμε το άρθρο από το
http://www.stopcartel.info/
Τηλεπολιτική και τηλεόραση δίχως τσίνορα
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία
Μέσω του φοβικού συνδρόμου μαθαίνεις να επιλέγεις, να ψηφίζεις, να εκφράζεσαι και γενικότερα να υπάρχεις και να συμμορφώνεσαι. Η διαλεκτική της απειλής κάνει το λεγόμενο «securitization» όχι μόνον στον δημόσιο χώρο, αλλά και στην ιδιωτική μας ζωή.
Συνειδητά δεν μιλώ για την τηλεόραση, ενώ ανήκω σε αυτούς που μάλλον θα περίμενε κανείς να αναφέρονται τακτικά σ’ αυτήν. Είμαι από εκείνους που το ξέρουν το μέσο και πρακτικά (λειτουργικά) και θεωρητικά και από μέσα και από πίσω και από την έρευνα και από την πολιτική, αλλά και από την θεσμική και κοινωνικοποιητική του δομή. Να γιατί δεν μιλώ γι’ αυτό! Δεν ξέρω από πού να αρχίσω. Και αν τολμήσω να ξεκινήσω, όλα τα παραπάνω μπλέκονται μεταξύ τους και ακυρώνουν κάθε μεθοδολογική απόπειρα στο πλαίσιο ενός σχολίου. Περιστατικά μπλέκονται με πρόσωπα, ενώ η θεωρία με την τεχνολογία, τους πόρους και τις ποικίλες πηγές του μέσου, με αποτέλεσμα η απομυθοποίηση της μεγαλύτερης μυθοποιητικής μηχανής της εποχής μας να μην μπορεί να προσφέρει ένα νέο «μύθο»: ένα μήνυμα γενικό για την ελληνική τηλεόραση που δεν θα ήταν απλοϊκό ή επικίνδυνα αφαιρετικό.
Παρόλα αυτά θα τολμήσω να αρθρώσω δύο κουβέντες σχολιάζοντας την αναφορά του Διονύση Χαριτόπουλου στα κανάλια. «Δεν ενημερώνουν αλλά εκφοβίζουν» επισήμανε ο συγγραφέας, μιλώντας στην «Ελληνοφρένεια». «Η τηλεόραση καίει τα εγκεφαλικά κύτταρα [των τηλεθεατών]», πρόσθεσε. Αυτή είναι η αντίληψη μίας μερίδας σοβαρών διανοητών και γενικότερα καλλιεργημένων ανθρώπων, όχι αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά διεθνώς. Μόνον που δυστυχώς η πραγματικότητα είναι μάλλον κάπως διαφορετική. Η τηλεόραση δεν είναι απλώς μέσο εκφοβισμού, αποτελεί τον εκφοβισμό αυτοπροσώπως. Δεν είναι ο εκπρόσωπος του σύγχρονου φεουδάρχη, αλλά ο ίδιος ο φεουδάρχης του σύγχρονου κόσμου μας. Ασφαλώς, όπως όλοι οι φεουδάρχες στην εποχή τους δεν ήτανε ίδιοι, έτσι και τα κανάλια διακρίνονται από διαφορετικό βαθμό «φεουδαρχικότητας». Επίσης δεν μας καίει απλώς τα εγκεφαλικά κύτταρα, αλλά παράγει άλλα στην θέση τους. Δεν σκεφτόμαστε απλώς με τον κώδικα της τηλεόρασης, αλλά είμαστε στοιχεία αυτού του κώδικα.
Με δυο λόγια, την τηλεόραση δεν μπορείς να την κλείσεις και να ησυχάσεις. Τον τηλεοπτικό λόγο με την πλήρη έννοια, θα τον συναντήσεις σε κάθε σου κοινωνική συναναστροφή, σε κάθε σου βήμα. Οι τηλεπολιτικές δομούν την αντίληψη της πολιτικής, καθορίζουν τις πολιτικές σχέσεις σε μεγάλο βαθμό και διαμορφώνουν ιεραρχίες και προτιμήσεις σε ότι αφορά στο πολιτικό προσωπικό, στα κόμματα κλπ. Η τηλεόραση είναι ο σύγχρονος κοινωνικός δαίμονας. Αν αποφασίσεις να τον εξορκίσεις θα σε εκδικηθεί. Αν θελήσεις να τον αγνοήσεις θα τον βρεις κάποια στιγμή επώδυνα μπροστά σου. Αν παίξεις με τους κανόνες του θα σε εξευτελίσει. Αν είσαι πολιτικός και δεν γίνεις τηλεοπτικός πολιτικός δεν θα κάνεις καριέρα. Αν είσαι πολίτης που δεν μιλάς την γλώσσα της τηλεόρασης, δεν θα κάνεις επίσης καριέρα στην αγορά.
Η τηλεόραση σε μαθαίνει να αντιλαμβάνεσαι με έναν συγκεκριμένο τρόπο πρόσωπα, προϊόντα και συμβάντα. Και τα τρία αυτά αποκτούν ψευδο-ιστορικότητα αναγόμενα σε γεγονότα με την προβολή τους στο γυαλί. Μετά από αυτό συνηθίζεις και με έναν αυτοματοποιημένο τρόπο ανάγεις την καθημερινότητά σου στις σχέσεις που αναπαριστώνται στα κανάλια. Αυτή ακριβώς είναι σχηματικά η πολιτική δύναμη του μέσου. Δομεί σχήματα εξουσίας και κουλτούρα ερμηνείας και αναπαραγωγής αυτών των σχημάτων. Και αυτό δεν είναι μια αναπαράσταση ηγεμονίας, αλλά ταυτόχρονα ο ηγεμών και η ηγεμονία του στην οποία εισέρχεσαι κάθε φορά που στέφεις την προσοχή σου στον δέκτη. Αυτό σημαίνει «το μέσον είναι μήνυμα»: είναι το αποτέλεσμα σχέσεων εξουσίας που παράγουν το τηλεοπτικό ανάλογο τους, ώστε να υπάρξει τηλεοπτική ανάδραση που θα εμφανίζει αυτό το μήνυμα ως κοινή λογική, ως αυταπόδεικτη αλήθεια. Δεν υπάρχει (κοινωνική) αλήθεια έξω από την τηλεόραση. Έτσι το εικονικό μετατρέπεται σε αληθινό και το βίωμα σε αίσθηση που ρεαλιστικοποιείται ατομικά στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, με αναφορά στην αλήθεια των καναλιών, η οποία με τη σειρά της αποτελεί την αναπαράσταση της πραγματικότητας. Πάνω σε αυτήν την αναπαράσταση δομείται η κοινή γνώμη. Το σχήμα της αναπαράστασης κατασκευάζεται μέσω της απειλής, του κινδύνου και έτσι η κοινή γνώμη δεν είναι τίποτε άλλο παρά το φοβικό δημιούργημα των τηλεπολιτικών.
Μέσω του φοβικού συνδρόμου μαθαίνεις να επιλέγεις, να ψηφίζεις, να εκφράζεσαι και γενικότερα να υπάρχεις και να συμμορφώνεσαι. Η διαλεκτική της απειλής κάνει το λεγόμενο «securitization» όχι μόνον στον δημόσιο χώρο, αλλά και στην ιδιωτική μας ζωή. Από το πιάτο έως το κρεβάτι μας. Αυτό, φίλοι, είναι το πέπλο του σύγχρονου φεουδάρχη: του καναλιού που παρακολουθείς. Τούτο τον καθιστά παρά-φύσιν προστάτη σου. Αυτό το πέπλο ενδύεται ο παρουσιαστής και όσο πιο φανταχτερό φαντάζει τόσο πιο εμβληματική εμφανίζεται η προσωπικότητα του τελευταίου. Όμως μόνον στον βαθμό που ο παρουσιαστής πετύχει να εμφανίζεται ικανός να απειλεί την απειλή που σου παρουσιάζει, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη σου, καθώς μέσω αυτής της τεχνικής αυτός γίνεται κάτι παραπάνω από προστάτης σου, μεταμορφώνεται σε εσένα. Εάν μάλιστα η σχέση συνεχιστεί τότε και εσύ θα γίνεις αυτός ή αυτή και το μήνυμα της εκπομπής του/της, μήνυμα σου. Ασχέτως αν το αρθρώνεις ως τέτοιο ή όχι. Ασχέτως αν τον/την σχολιάζεις αρνητικά ή όχι.
Άρα, τηλεόραση δίχως πολιτικό μύθο δεν γίνεται. Εμπορική τηλεόραση δίχως επιπλέον μύθο για τον εαυτό της επίσης δεν γίνεται. Υπάρχει δημοκρατική τηλεόραση; Είναι σαν ρωτάς αν υπάρχει δημοκρατικός φεουδάρχης. Ποιά λοιπόν θα ήταν μια καλή και ταυτόχρονα ρεαλιστική μορφή ιδιωτικής τηλεόρασης πανελλαδικής κάλυψης; Με όρους καθαρής πολιτικής, αυτή που θα έβλεπαν ελάχιστοι και δεν θα είχε συμφέρον κανείς να εκμεταλλευτεί: η ξενέρωτη τηλεόραση. Με όρους τηλεπολιτικής, αυτή που θα κατασκεύαζε διαρκώς τον μύθο της απομυθοποιώντας την ψυχαγωγία και την ενημέρωση και τελικά τον εαυτό της.
Εννοώ ως προς την ενημέρωση, την απομυθοποίηση των πηγών της ενημέρωσης (ανακοινώσεις, τηλεγραφήματα, πρωτογενής εικόνα, κλπ) και της γλώσσας με την οποία σημειολογικά αυτές εκφράζονται. Δύσκολη δουλειά αυτή, αλλά εμπορική και παράλληλα δημιουργική και προοδευτική. Απαιτεί ασφαλώς άλλο επίπεδο δημιουργών και άλλη τηλεοπτική δομή και λειτουργία. Πρόκειται για ένα είδος καναλιών που αποκαλώ περιπαιχτικά κανάλια δίχως τσίνορα. Μπορεί να υπάρξει ένα τέτοιο κανάλι στην χώρα; Όχι, όσο τις συχνότητες τις ελέγχουν οι Νταβατζήδες κατά Καραμανλή. Όταν λοιπόν συζητούμε περί αλλαγής του πολιτικού καθεστώτος θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό δεν θα συμβεί ποτέ αν δεν αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ και κυρίως της τηλεόρασης. Το ένα τροφοδοτεί και στηρίζει το άλλο. Πρόκειται όχι απλώς για διαπλοκή πλέον, αλλά για υποκατάσταση των πολιτικών, από τις τηλεπολιτικές, οι οποίες χρησιμοποιούν τους πολιτικούς ως διασκεδαστές ή κομπάρσους δημοσιογράφων διασκεδαστών. Συνεπώς εναλλακτική τηλεόραση δίχως εναλλακτική ηγεμονία στη χώρα μην περιμένετε και το αντίστροφο, σε σημαντικό βαθμό. Επανάσταση απαιτείται στα σημερινά τηλεοπτικά πράγματα της χώρας για να ξεφύγουμε από το τέλμα και σε αυτό νομίζω ότι θα συμφωνούσαν όλοι οι παλαιοί συνάδελφοι μου, ασχέτως πόσοι από αυτούς θα είχαν το κουράγιο να το παραδεχτούν δημοσίως ή τουλάχιστον στον ίδιο τους τον εαυτό.
Αναδημοσιεύουμε το άρθρο από το
http://www.stopcartel.info/
Τηλεπολιτική και τηλεόραση δίχως τσίνορα
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία
Μέσω του φοβικού συνδρόμου μαθαίνεις να επιλέγεις, να ψηφίζεις, να εκφράζεσαι και γενικότερα να υπάρχεις και να συμμορφώνεσαι. Η διαλεκτική της απειλής κάνει το λεγόμενο «securitization» όχι μόνον στον δημόσιο χώρο, αλλά και στην ιδιωτική μας ζωή.
Συνειδητά δεν μιλώ για την τηλεόραση, ενώ ανήκω σε αυτούς που μάλλον θα περίμενε κανείς να αναφέρονται τακτικά σ’ αυτήν. Είμαι από εκείνους που το ξέρουν το μέσο και πρακτικά (λειτουργικά) και θεωρητικά και από μέσα και από πίσω και από την έρευνα και από την πολιτική, αλλά και από την θεσμική και κοινωνικοποιητική του δομή. Να γιατί δεν μιλώ γι’ αυτό! Δεν ξέρω από πού να αρχίσω. Και αν τολμήσω να ξεκινήσω, όλα τα παραπάνω μπλέκονται μεταξύ τους και ακυρώνουν κάθε μεθοδολογική απόπειρα στο πλαίσιο ενός σχολίου. Περιστατικά μπλέκονται με πρόσωπα, ενώ η θεωρία με την τεχνολογία, τους πόρους και τις ποικίλες πηγές του μέσου, με αποτέλεσμα η απομυθοποίηση της μεγαλύτερης μυθοποιητικής μηχανής της εποχής μας να μην μπορεί να προσφέρει ένα νέο «μύθο»: ένα μήνυμα γενικό για την ελληνική τηλεόραση που δεν θα ήταν απλοϊκό ή επικίνδυνα αφαιρετικό.
Παρόλα αυτά θα τολμήσω να αρθρώσω δύο κουβέντες σχολιάζοντας την αναφορά του Διονύση Χαριτόπουλου στα κανάλια. «Δεν ενημερώνουν αλλά εκφοβίζουν» επισήμανε ο συγγραφέας, μιλώντας στην «Ελληνοφρένεια». «Η τηλεόραση καίει τα εγκεφαλικά κύτταρα [των τηλεθεατών]», πρόσθεσε. Αυτή είναι η αντίληψη μίας μερίδας σοβαρών διανοητών και γενικότερα καλλιεργημένων ανθρώπων, όχι αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά διεθνώς. Μόνον που δυστυχώς η πραγματικότητα είναι μάλλον κάπως διαφορετική. Η τηλεόραση δεν είναι απλώς μέσο εκφοβισμού, αποτελεί τον εκφοβισμό αυτοπροσώπως. Δεν είναι ο εκπρόσωπος του σύγχρονου φεουδάρχη, αλλά ο ίδιος ο φεουδάρχης του σύγχρονου κόσμου μας. Ασφαλώς, όπως όλοι οι φεουδάρχες στην εποχή τους δεν ήτανε ίδιοι, έτσι και τα κανάλια διακρίνονται από διαφορετικό βαθμό «φεουδαρχικότητας». Επίσης δεν μας καίει απλώς τα εγκεφαλικά κύτταρα, αλλά παράγει άλλα στην θέση τους. Δεν σκεφτόμαστε απλώς με τον κώδικα της τηλεόρασης, αλλά είμαστε στοιχεία αυτού του κώδικα.
Με δυο λόγια, την τηλεόραση δεν μπορείς να την κλείσεις και να ησυχάσεις. Τον τηλεοπτικό λόγο με την πλήρη έννοια, θα τον συναντήσεις σε κάθε σου κοινωνική συναναστροφή, σε κάθε σου βήμα. Οι τηλεπολιτικές δομούν την αντίληψη της πολιτικής, καθορίζουν τις πολιτικές σχέσεις σε μεγάλο βαθμό και διαμορφώνουν ιεραρχίες και προτιμήσεις σε ότι αφορά στο πολιτικό προσωπικό, στα κόμματα κλπ. Η τηλεόραση είναι ο σύγχρονος κοινωνικός δαίμονας. Αν αποφασίσεις να τον εξορκίσεις θα σε εκδικηθεί. Αν θελήσεις να τον αγνοήσεις θα τον βρεις κάποια στιγμή επώδυνα μπροστά σου. Αν παίξεις με τους κανόνες του θα σε εξευτελίσει. Αν είσαι πολιτικός και δεν γίνεις τηλεοπτικός πολιτικός δεν θα κάνεις καριέρα. Αν είσαι πολίτης που δεν μιλάς την γλώσσα της τηλεόρασης, δεν θα κάνεις επίσης καριέρα στην αγορά.
Η τηλεόραση σε μαθαίνει να αντιλαμβάνεσαι με έναν συγκεκριμένο τρόπο πρόσωπα, προϊόντα και συμβάντα. Και τα τρία αυτά αποκτούν ψευδο-ιστορικότητα αναγόμενα σε γεγονότα με την προβολή τους στο γυαλί. Μετά από αυτό συνηθίζεις και με έναν αυτοματοποιημένο τρόπο ανάγεις την καθημερινότητά σου στις σχέσεις που αναπαριστώνται στα κανάλια. Αυτή ακριβώς είναι σχηματικά η πολιτική δύναμη του μέσου. Δομεί σχήματα εξουσίας και κουλτούρα ερμηνείας και αναπαραγωγής αυτών των σχημάτων. Και αυτό δεν είναι μια αναπαράσταση ηγεμονίας, αλλά ταυτόχρονα ο ηγεμών και η ηγεμονία του στην οποία εισέρχεσαι κάθε φορά που στέφεις την προσοχή σου στον δέκτη. Αυτό σημαίνει «το μέσον είναι μήνυμα»: είναι το αποτέλεσμα σχέσεων εξουσίας που παράγουν το τηλεοπτικό ανάλογο τους, ώστε να υπάρξει τηλεοπτική ανάδραση που θα εμφανίζει αυτό το μήνυμα ως κοινή λογική, ως αυταπόδεικτη αλήθεια. Δεν υπάρχει (κοινωνική) αλήθεια έξω από την τηλεόραση. Έτσι το εικονικό μετατρέπεται σε αληθινό και το βίωμα σε αίσθηση που ρεαλιστικοποιείται ατομικά στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, με αναφορά στην αλήθεια των καναλιών, η οποία με τη σειρά της αποτελεί την αναπαράσταση της πραγματικότητας. Πάνω σε αυτήν την αναπαράσταση δομείται η κοινή γνώμη. Το σχήμα της αναπαράστασης κατασκευάζεται μέσω της απειλής, του κινδύνου και έτσι η κοινή γνώμη δεν είναι τίποτε άλλο παρά το φοβικό δημιούργημα των τηλεπολιτικών.
Μέσω του φοβικού συνδρόμου μαθαίνεις να επιλέγεις, να ψηφίζεις, να εκφράζεσαι και γενικότερα να υπάρχεις και να συμμορφώνεσαι. Η διαλεκτική της απειλής κάνει το λεγόμενο «securitization» όχι μόνον στον δημόσιο χώρο, αλλά και στην ιδιωτική μας ζωή. Από το πιάτο έως το κρεβάτι μας. Αυτό, φίλοι, είναι το πέπλο του σύγχρονου φεουδάρχη: του καναλιού που παρακολουθείς. Τούτο τον καθιστά παρά-φύσιν προστάτη σου. Αυτό το πέπλο ενδύεται ο παρουσιαστής και όσο πιο φανταχτερό φαντάζει τόσο πιο εμβληματική εμφανίζεται η προσωπικότητα του τελευταίου. Όμως μόνον στον βαθμό που ο παρουσιαστής πετύχει να εμφανίζεται ικανός να απειλεί την απειλή που σου παρουσιάζει, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη σου, καθώς μέσω αυτής της τεχνικής αυτός γίνεται κάτι παραπάνω από προστάτης σου, μεταμορφώνεται σε εσένα. Εάν μάλιστα η σχέση συνεχιστεί τότε και εσύ θα γίνεις αυτός ή αυτή και το μήνυμα της εκπομπής του/της, μήνυμα σου. Ασχέτως αν το αρθρώνεις ως τέτοιο ή όχι. Ασχέτως αν τον/την σχολιάζεις αρνητικά ή όχι.
Άρα, τηλεόραση δίχως πολιτικό μύθο δεν γίνεται. Εμπορική τηλεόραση δίχως επιπλέον μύθο για τον εαυτό της επίσης δεν γίνεται. Υπάρχει δημοκρατική τηλεόραση; Είναι σαν ρωτάς αν υπάρχει δημοκρατικός φεουδάρχης. Ποιά λοιπόν θα ήταν μια καλή και ταυτόχρονα ρεαλιστική μορφή ιδιωτικής τηλεόρασης πανελλαδικής κάλυψης; Με όρους καθαρής πολιτικής, αυτή που θα έβλεπαν ελάχιστοι και δεν θα είχε συμφέρον κανείς να εκμεταλλευτεί: η ξενέρωτη τηλεόραση. Με όρους τηλεπολιτικής, αυτή που θα κατασκεύαζε διαρκώς τον μύθο της απομυθοποιώντας την ψυχαγωγία και την ενημέρωση και τελικά τον εαυτό της.
Εννοώ ως προς την ενημέρωση, την απομυθοποίηση των πηγών της ενημέρωσης (ανακοινώσεις, τηλεγραφήματα, πρωτογενής εικόνα, κλπ) και της γλώσσας με την οποία σημειολογικά αυτές εκφράζονται. Δύσκολη δουλειά αυτή, αλλά εμπορική και παράλληλα δημιουργική και προοδευτική. Απαιτεί ασφαλώς άλλο επίπεδο δημιουργών και άλλη τηλεοπτική δομή και λειτουργία. Πρόκειται για ένα είδος καναλιών που αποκαλώ περιπαιχτικά κανάλια δίχως τσίνορα. Μπορεί να υπάρξει ένα τέτοιο κανάλι στην χώρα; Όχι, όσο τις συχνότητες τις ελέγχουν οι Νταβατζήδες κατά Καραμανλή. Όταν λοιπόν συζητούμε περί αλλαγής του πολιτικού καθεστώτος θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό δεν θα συμβεί ποτέ αν δεν αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ΜΜΕ και κυρίως της τηλεόρασης. Το ένα τροφοδοτεί και στηρίζει το άλλο. Πρόκειται όχι απλώς για διαπλοκή πλέον, αλλά για υποκατάσταση των πολιτικών, από τις τηλεπολιτικές, οι οποίες χρησιμοποιούν τους πολιτικούς ως διασκεδαστές ή κομπάρσους δημοσιογράφων διασκεδαστών. Συνεπώς εναλλακτική τηλεόραση δίχως εναλλακτική ηγεμονία στη χώρα μην περιμένετε και το αντίστροφο, σε σημαντικό βαθμό. Επανάσταση απαιτείται στα σημερινά τηλεοπτικά πράγματα της χώρας για να ξεφύγουμε από το τέλμα και σε αυτό νομίζω ότι θα συμφωνούσαν όλοι οι παλαιοί συνάδελφοι μου, ασχέτως πόσοι από αυτούς θα είχαν το κουράγιο να το παραδεχτούν δημοσίως ή τουλάχιστον στον ίδιο τους τον εαυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου