Επί σχεδόν δύο δεκαετίες η Ιρλανδία υπήρξε το παγκόσμιο υπόδειγμα του νεοφιλελεύθερου τρόπου ανάπτυξης. Ένα εργαστήριο απόδειξης του δικαίου της εφαρμογής του, στο οποίο το ρόλο του πειραματόζωου είχε πάρει το φτηνό και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό της χώρας.Κυβέρνηση, τράπεζες και κατασκευαστές είχαν μεθύσει από το νέκταρ του χρήματος, συμπαρασύροντας όλοκληρο τον κοινωνικό ιστό. Ο «Κέλτικος Τίγρης», όπως ονομάστηκε η ιρλανδική οικονομία, έδωσε απλόχερα υποσχέσεις ευημερίας σε έναν λαό, που ιστορικά αγκομαχούσε από τη φτώχεια, τη μετανάστευση και την ανεργία. Και φαινόταν να τα πηγαίνει περίφημα! Ωστόσο, η χώρα μετά από χρόνια εντυπωσιακής ανάπτυξης, προσγειώθηκε ξαφνικά και ανώμαλα στην αγκαλιά του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης και του ΔΝΤ. (περισσότερα στο http://www.exandasdocumentaries.com/
Αύριο στη ΝΕΤ ο
"Εξάντας" του Γιώργου Αυγερόπουλου στις 11.00 μ.μ. στη ΝΕΤ.
Αναδημοσιεύουμε τη
συνέντευξη του δημοσιογράφου, πολιτικού αναλυτή και συγγραφέα
Φίνταν Ο’ Τουλ στον Αχιλλέα Κουρεμένο, για το ντοκιμαντέρ.
«Λιτότητα σημαίνει να πληρώνουν οι φτωχοί για τους πλούσιους»
-Πώς κατέληξε μια οικονομία σαν της Ιρλανδίας, αποκαλούμενη και «Κέλτικος Τίγρης», να είναι μια οικονομία σε βαθειά ύφεση;
Η Ιρλανδία ήταν μια πολύ υποανάπτυκτη οικονομία και στα μέσα του 90’ άρχισε να αναπτύσσεται πολύ γρήγορα, κυρίως ως αποτέλεσμα των αμερικανικών επενδύσεων. Η Ιρλανδία ήταν σχετικά φτηνή, ήταν αγγλόφωνη, είχε εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό νέων ανθρώπων και άρα ήταν ένα καλό πολύ μέρος για τις αμερικάνικες επενδύσεις. Στην ουσία, αυτό δημιούργησε τον Κέλτικο Τίγρη. Όμως, ο Κέλτικος Τίγρης πραγματικά τελείωσε το 2001.
Αλλά, παραδόξως σαν ζόμπι, είχε μια μετά θάνατον ζωή και είναι αυτή με την οποία έχουμε να κάνουμε. Η αμερικανική οικονομία άρχισε να υποχωρεί, το «ΙΤ μπουμ» είχε τελειώσει, η 11/09 συνέβη. Όμως, η κυβέρνηση ενθάρρυνε ένα νέο είδος οικονομικής έκρηξης, το οποίο βασιζόταν, σχεδόν εξ’ ολοκλήρου, στα ακίνητα και στις τραπεζικές εργασίες, που δεν είχε καθόλου να κάνει με το να φτιάχνουν οι άνθρωποι κάτι και να το πουλάνε. Ήταν μια κλασσική χρηματοπιστωτική φούσκα.
Αν ρωτήσεις τώρα την κυβέρνηση θα σου πει ότι αυτό συνέβη επειδή οι τράπεζες ήταν παράλογες, οι κατασκευαστές ήταν παράλογοι…Λοιπόν, οι κατασκευαστές ήταν πάντα τρελοί, οι τράπεζες ήταν πάντα άπληστες. Είναι στη φύση αυτών των ανθρώπων να είναι έτσι. Το πραγματικό ζήτημα είναι ότι η κυβέρνηση από μόνη της ενθάρρυνε αυτή την απληστία, αυτό το θράσος, γιατί υπήρχε ο βραχυπρόθεσμος στόχος να επανεκλεγούν. Συνεπώς, ήθελαν η οικονομία να είναι επισήμως σε έξαρση. Και από τη στιγμή που φούσκωσαν τη φούσκα των ακινήτων, αυτή έσκασε.
-Υπάρχουν ισχυρισμοί ότι υπήρχε άμεση σχέση μεταξύ των πολιτικών, των τραπεζών και των κατασκευαστών. Αληθεύει αυτό;
Δεν τίθεται καν ζήτημα ότι υπήρχε ένα τρίγωνο και το οποίο ήταν ένα τρίγωνο των Βερμούδων, μέσα στο οποίο εξαφανίστηκε η Ιρλανδική οικονομία. Σε αυτό το τρίγωνο ήταν η κυβέρνηση, ήταν οι τράπεζες και ήταν και οι κατασκευαστές ακινήτων. Οι κατασκευαστές ακινήτων ήταν πολύ κοντά στο πολιτικό κόμμα, το Φίνα Φαίλ, το χρηματοδοτούσαν σε πολύ μεγάλο βαθμό και αυτό ανέκαθεν, έβλεπε τον εαυτό του ως το κόμμα των κατασκευών. Θυμάμαι, ένας πολιτικός του Φίνα Φαίλ μου είχε πει πριν πολύ καιρό: «Μετράμε την πρόοδο με τον αριθμό των γερανών που μπορείς να δεις στον ορίζοντα. Αν κοιτάξουμε πάνω από το Δουβλίνο και βλέπουμε παντού γερανούς, τότε ξέρουμε ότι όλα είναι μια χαρά». Αυτός ήταν ο ορισμός τους για την πρόοδο.
Και οι τράπεζες από την άλλη, πάντα είχαν μια πολύ στενή επαφή με τις ρυθμιστικές αρχές, την κεντρική Τράπεζα, την ίδια την κυβέρνηση και το Τμήμα Οικονομικών. Το Τμήμα Οικονομικών ανέκαθεν τρόμαζε από τις τράπεζες, οι τράπεζες ήταν αυτές που ήλεγχαν την κατάσταση. Και το πρόβλημα γινόταν χειρότερο από το γεγονός ότι έμπαινε η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία στην κορυφή όλων αυτών. Έτσι, η Ιρλανδία κατά τη διάρκεια αυτής της εποχής γινόταν αντιληπτή όχι ως μια κάπως περίπλοκη χώρα στα δυτικά της Ευρώπης, αλλά ως το εργαστήριο όπου η νεοφιλελεύθερη οικονομία αποδεικνυόταν ότι είχε δίκιο. Και αν ακούσεις ιδιαίτερα τους αμερικάνους, τους βρετανούς και κάποιους δεξιούς πολιτικούς στην Ευρώπη, έλεγαν: «κοιτάξτε την Ιρλανδία, εδώ είναι η περίπτωση όπου αυτή η υποανάπτυκτη και αποτυχημένη οικονομία εφάρμοσε τις σωστές πολιτικές, μείωσε τη φορολογία, μείωσε τους ρυθμιστικούς κανόνες και ως δια μαγείας είναι τώρα μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Αυτό αποδεικνύει ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς μια ιρλανδική συνταγή, είναι μια διεθνής συνταγή που όλοι πρέπει να ακολουθήσουν».
Αυτό είχε καταστροφικά αποτελέσματα στην Ιρλανδία, επειδή συνεισέφερε στην αυταπάτη. Αν είσαι μια μικρή χώρα με ιστορικό αποτυχίας και ξαφνικά έχεις όλους αυτούς τους ανθρώπους ανά τον κόσμο να λένε: «Είστε αστέρια, ότι κάνετε είναι απολύτως σωστά», ενισχύει την τάση που ήδη υπήρχε στους ανθρώπους, να νιώθουν: «αυτό που κάνουμε πρέπει να είναι σωστό, επειδή όλοι μας λένε ότι είμαστε η σπουδαιότερη μικρή χώρα στον κόσμο».
-Για πολλά χρόνια η Ιρλανδία ήταν ο καλός μαθητής της ελεύθερης αγοράς. Ο νεοφιλελευθερισμός είχε αυτά που ζητούσε, μικρό κρατικό έλεγχο στην αγορά και μικρούς φορολογικούς συντελεστές. Αλλά, όταν έσκασε η φούσκα, το 2008, στράφηκαν προς την κυβέρνηση και το κράτος. Πώς το σχολιάζετε αυτό;