Μη φοβού τους τροϊκανούς και δώρα ...δόθηκαν
Της Ματίνας Παπαχριστούδη
Στο χώρο των media συμπυκνώνεται σε υπερθετικό βαθμό η ουσία της πολιτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΔΝΤ και τρόϊκας. Τόσο ξεκάθαρα όπως σε εποχές καθαρής χούντας. Να εξηγούμαστε. Τα ΜΜΕ στη χώρα μας, στην πλειονότητα τους είναι από τις πλέον κρατικοδίαιτες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Στον εκδοτικό χώρο είχαν τα προνόμια, κρατική διαφήμιση, θέσεις εργασίας σε γραφεία Τύπου, ατέλειες χαρτού και διακίνησης, δάνεια και ασυλία σε όσους δεν τηρούσαν νόμους και θεσμούς. Στα ηλεκτρονικά Μέσα, εξ’ αρχής ήταν όλα δικά τους. Είκοσι δύο χρόνια λειτουργίας ιδιωτικών καναλιών χωρίς άδειες, σε καθεστώς προσωρινής νομιμότητας, με όρους αλληλοομηρίας πολιτικών και ιδιοκτητών σε σφιχτή πολυπλεκόμενη σχέση διαπλοκής. Για τις συχνότητες που κατέχουν οι σταθμοί δεν πληρώνουν, άδειες δεν υπάρχουν ώστε να υπόκεινται στους ισχύοντες κανόνες για όλες τις επιχειρήσεις. Η λειτουργία τους στη μεγένθυση της φούσκας των ΜΜΕ στηρίχθηκε και γιγαντώθηκε με τη συμμετοχή του τραπεζικού κεφαλαίου.
Με το που τελείωσαν όλα τα παραπάνω, με το που έσκασε η φούσκα οι επιχειρήσεις media τηρώντας σχεδόν απαρέγκλιτα την ίδια συμπεριφορά εξουσίας και αλαζονείας, περιμένουν τις ενισχύσεις. Την κρατική στήριξη μέσω των αποφάσεων των πολιτικών από τις τράπεζες που θα πάρουν τα λεφτά. Αφού προηγουμένως πρόσφεραν το εμπόρευμα τους, την ενημέρωση, στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Περιμένουν τα νέα δάνεια ή το σβήσιμο των παλαιών τους χρεών-ζημιών. Στη χειρότερη περίπτωση θα αναδανειοδοτήσουν ή αναχρηματοδοτήσουν τα χρέη των εταιρειών τους με κουρεμένο επιτόκιο. ‘Η περιμένουν του νέους μετόχους οι οποίοι επίσης θα λάβουν δάνεια για να βάλουν λεφτά στα media.
Της Ματίνας Παπαχριστούδη
Από το Δρόμο της Αριστεράς
Στο χώρο των media συμπυκνώνεται σε υπερθετικό βαθμό η ουσία της πολιτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΔΝΤ και τρόϊκας. Τόσο ξεκάθαρα όπως σε εποχές καθαρής χούντας. Να εξηγούμαστε. Τα ΜΜΕ στη χώρα μας, στην πλειονότητα τους είναι από τις πλέον κρατικοδίαιτες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Στον εκδοτικό χώρο είχαν τα προνόμια, κρατική διαφήμιση, θέσεις εργασίας σε γραφεία Τύπου, ατέλειες χαρτού και διακίνησης, δάνεια και ασυλία σε όσους δεν τηρούσαν νόμους και θεσμούς. Στα ηλεκτρονικά Μέσα, εξ’ αρχής ήταν όλα δικά τους. Είκοσι δύο χρόνια λειτουργίας ιδιωτικών καναλιών χωρίς άδειες, σε καθεστώς προσωρινής νομιμότητας, με όρους αλληλοομηρίας πολιτικών και ιδιοκτητών σε σφιχτή πολυπλεκόμενη σχέση διαπλοκής. Για τις συχνότητες που κατέχουν οι σταθμοί δεν πληρώνουν, άδειες δεν υπάρχουν ώστε να υπόκεινται στους ισχύοντες κανόνες για όλες τις επιχειρήσεις. Η λειτουργία τους στη μεγένθυση της φούσκας των ΜΜΕ στηρίχθηκε και γιγαντώθηκε με τη συμμετοχή του τραπεζικού κεφαλαίου.
Με το που τελείωσαν όλα τα παραπάνω, με το που έσκασε η φούσκα οι επιχειρήσεις media τηρώντας σχεδόν απαρέγκλιτα την ίδια συμπεριφορά εξουσίας και αλαζονείας, περιμένουν τις ενισχύσεις. Την κρατική στήριξη μέσω των αποφάσεων των πολιτικών από τις τράπεζες που θα πάρουν τα λεφτά. Αφού προηγουμένως πρόσφεραν το εμπόρευμα τους, την ενημέρωση, στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Περιμένουν τα νέα δάνεια ή το σβήσιμο των παλαιών τους χρεών-ζημιών. Στη χειρότερη περίπτωση θα αναδανειοδοτήσουν ή αναχρηματοδοτήσουν τα χρέη των εταιρειών τους με κουρεμένο επιτόκιο. ‘Η περιμένουν του νέους μετόχους οι οποίοι επίσης θα λάβουν δάνεια για να βάλουν λεφτά στα media.
Στο τηλεοπτικό τοπίο η εικόνα δεν είναι τόσο θολή. Κυρίως επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε την επιλογή της. Η «Digital agenda» με δική της Επίτροπο πιέζει και σπρώχνει την ψηφιακή οικονομία που σε επίπεδο TV οδηγεί στη ψηφιακή πια τηλεόραση, στην απελευθέρωση επίγειων συχνοτήτων ώστε να επενδύσουν οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών σε νέες, εμπορικές, συνδρομητικές υπηρεσίες. Πλατφόρμες βασισμένες στο κινητό τηλέφωνο. Για αυτό και στο μνημόνιο 1 και το μνημόνιο 2, εντάχθηκε ως δέσμευση της Ελλάδας η τηλεοπτική αδειοδότηση, τα βήματα της ψηφιακής μετάβασης, η δημοπράτηση των συχνοτήτων που θα απελευθερωθούν από την ελεύθερη τηλεόραση στα UHF για τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, το ποσό που θα εισέπραττε το δημόσιο (300 εκατ.) για αυτές εντάχθηκε στον προϋπολογισμό για το 2012.